Καράβι κόκκινο, καράβι κόκκινο πάει
Πάνω από θάλασσες, πάνω από λίμνες πετάει
Το σφυροδρέπανο πέφτει στο κύμα και σπάει
Κι απ’ την ανάποδη την ιστορία γυρνάει.
Στο Βερολίνο το τείχος περνάει και στο Πεκίνο το δράκο ξυπνάει,
Στο Βερολίνο το τείχος περνάει και στο Πεκίνο ξυπνάει.
Καράβι κόκκινο, καράβι κόκκινο πάει
Ανθρωποθάλασσες κι ανθρωποφάγους μετράει
Μέσα στο σπίτι σου σαν κλεφτοφάναρο σκάει
Κι έτσι απροσκάλεστο λογαριασμό σου ζητάει.
Στο Βερολίνο με βότκα μεθάει και στο Πεκίνο μια νύχτα τα σπάει,
Στο Βερολίνο με βότκα μεθάει και στο Πεκίνο τα σπάει.
|
Karávi kókkino, karávi kókkino pái
Páno apó thálasses, páno apó límnes petái
To sfirodrépano péfti sto kíma ke spái
Ki ap’ tin anápodi tin istoría girnái.
Sto Oerolíno to tichos pernái ke sto Pekíno to dráko ksipnái,
Sto Oerolíno to tichos pernái ke sto Pekíno ksipnái.
Karávi kókkino, karávi kókkino pái
Anthropothálasses ki anthropofágus metrái
Mésa sto spíti su san kleftofánaro skái
Ki étsi aproskálesto logariasmó su zitái.
Sto Oerolíno me vótka methái ke sto Pekíno mia níchta ta spái,
Sto Oerolíno me vótka methái ke sto Pekíno ta spái.
|