Είχα τον ήλιο συντροφιά
και την αυγή χαρά μου
και το γλυκό χαμόγελο
στην θλίψη συντροφιά μου.
Μα ήρθε χρόνος δίσεκτος
που θόλωσε τα μάτια
και σε μια ώρα γκρέμισαν
του ονείρου τα παλάτια.
Και είπα μια και είπα δυο
να φύγω από σένα
γιατί ό,τι κι αν έκανα
επήγανε χαμένα.
Είχ’ η ψυχή μου άνοιξη
και η καρδιά μου Απρίλη
κι όμως εσύ μου γέμισες
παράπονα τα χείλη.
Τα χελιδόνια έδιωξες
δε θα ξαναγυρίσουν
και ποταμοί τα δάκρυα
στα μάτια θα κυλήσουν.
Και είπα μια και είπα δυο
να φύγω από σένα
γιατί ό,τι κι αν έκανα
επήγανε χαμένα.
|
Icha ton ílio sintrofiá
ke tin avgí chará mu
ke to glikó chamógelo
stin thlípsi sintrofiá mu.
Ma írthe chrónos dísektos
pu thólose ta mátia
ke se mia óra gkrémisan
tu oniru ta palátia.
Ke ipa mia ke ipa dio
na fígo apó séna
giatí ó,ti ki an ékana
epígane chaména.
Ich’ i psichí mu ániksi
ke i kardiá mu Apríli
ki ómos esí mu gémises
parápona ta chili.
Ta chelidónia édiokses
de tha ksanagirísun
ke potami ta dákria
sta mátia tha kilísun.
Ke ipa mia ke ipa dio
na fígo apó séna
giatí ó,ti ki an ékana
epígane chaména.
|