Μια ζεστή βραδιά στην Καζαμπλάνκα
σ’ ένα υπόγειο με καμάρες
κομμάτια έγιναν του έρωτα οι αμπάρες,
που χρόνια έμεναν κλειστές
και την καρδιά μου γέμισε πληγές
μια οπτασία από το Μαρακές.
Έκαιγε ο ιδρώτας κι οι ναργιλέδες
τσούζαν τα μάτια απ’ τον καπνό.
Επτά φιλιά σ’ ένα της χορό
επτά φωτιές στα στήθη μ’ άναψε
μια κόλαση τη σάρκα αγκάλιασε
κι όλα μπουρλότο γίναν και καπνός.
Σ’ αυτό το καμπαρέ το υγρό
σ’ αυτό το σκλαβοπάζαρο
από παιδάκι έχεις μάθει να πουλάς
τ’ ονείρου μαγικά χαλιά
και βλέμματα ηδονικά
μαζί με χάδια και φιλιά αράβικα.
Σ’ αυτό το καμπαρέ το υγρό
με φερετζέ μαροκινό
και με δυο θάλασσες πιοτό απ’ το ράφι
αργοκουνώντας την κοιλιά
ανάβεις μια πυρκαγιά
που την αυγή σε ντύνει με χρυσάφι.
Λάμπανε τα σπαθιά και τα καντήλια
στις χάντρες πάνω στο κορμί
τα μάτια της πεδία αχανή
και η ανάσα της καυτή σαν τη Σαχάρα
κι εγώ σκια κάτω από μια κάμαρα
τσιγάρο ανάβω κι έχω τρελαθεί.
|
Mia zestí vradiá stin Kazablánka
s’ éna ipógio me kamáres
kommátia éginan tu érota i abáres,
pu chrónia émenan klistés
ke tin kardiá mu gémise pligés
mia optasía apó to Marakés.
Έkege o idrótas ki i nargilédes
tsuzan ta mátia ap’ ton kapnó.
Eptá filiá s’ éna tis choró
eptá fotiés sta stíthi m’ ánapse
mia kólasi ti sárka agkáliase
ki óla burlóto ginan ke kapnós.
S’ aftó to kabaré to igró
s’ aftó to sklavopázaro
apó pedáki échis máthi na pulás
t’ oniru magiká chaliá
ke vlémmata idoniká
mazí me chádia ke filiá arávika.
S’ aftó to kabaré to igró
me feretzé marokinó
ke me dio thálasses piotó ap’ to ráfi
argokunóntas tin kiliá
anávis mia pirkagiá
pu tin avgí se ntíni me chrisáfi.
Lábane ta spathiá ke ta kantília
stis chántres páno sto kormí
ta mátia tis pedía achaní
ke i anása tis kaftí san ti Sachára
ki egó skia káto apó mia kámara
tsigáro anávo ki écho trelathi.
|