Μέσα μου ξύπνησε ό,τι είχα ξεχάσει
αυτά που κέρδισα μα έχω χάσει
το γέλιο σου λείπει, μου λέει καλημέρα
μα ποιος θεός έφτιαξε έτσι τη μέρα
Κόκκινο, κόκκινο, άλικο στο φως παράλυτο
και η ζωή μου στα χέρια σου τι άδικο
να πέφτει άδειο ρούχο, στον ακάλυπτο
Κόκκινο, κόκκινο, άλικο στο φως παράλυτο
το σώμα μόνο ταξιδεύει, αχ, τι άδικο
και η ψυχή μυστήριο μένει άλυτο
Μέσα μου αντήχησε ό,τι είχα σκοτώσει
αυτά που έκρυψα κι ας τα ’χα νιώσει
το βλέμμα σου λείπει, κοιτάει στον καθρέφτη
μα ποιος θεός άφησε τον κόσμο να πέφτει
|
Mésa mu ksípnise ó,ti icha ksechási
aftá pu kérdisa ma écho chási
to gélio su lipi, mu léi kaliméra
ma pios theós éftiakse étsi ti méra
Kókkino, kókkino, áliko sto fos parálito
ke i zoí mu sta chéria su ti ádiko
na péfti ádio rucho, ston akálipto
Kókkino, kókkino, áliko sto fos parálito
to sóma móno taksidevi, ach, ti ádiko
ke i psichí mistírio méni álito
Mésa mu antíchise ó,ti icha skotósi
aftá pu ékripsa ki as ta ’cha niósi
to vlémma su lipi, kitái ston kathréfti
ma pios theós áfise ton kósmo na péfti
|