Ξαναζώ
εκείνο το τραγούδι
που είχα πάντα φυλαχτό
για τόπους που περπάτησα
για μύθους που τους κράτησα
στα χέρια μου σφιχτά
μα στην πρώτη χειμωνιά
τα σκόρπισε ο αέρας μακριά.
Με έζωσε της λήθης η σκιά
σαν ξωτικό
έφυγα απ ‘τον κόσμο μακριά
για να θυμηθώ.
Ερημιά
παντού όπου κι αν πήγα
αναζητώντας σε δροσιά
σ’ άγγιζα κι έσβηνες
και τους μύθους μου έδιωχνες
στα πέρατα της γης
σαν πνοή αερικού
που γλιστράει
στο φως του φεγγαριού.
Μ’ έδιωξε η αγάπη
μα την πλήγωσα κι εγώ
άπιαστες εικόνες και φωνές
χρέος και μερτικό.
Κάνω ευχή
και να το ξεπροβάλει
το άστρο που ήθελα να ‘ρθει
τ’ άγγιξα, μου γέλασε
για πάντα με ελευθέρωσε
και πάλι ξεκινώ
σαν απέραντη αγκαλιά
η ζωή
κοντά της με καλεί.
|
Ksanazó
ekino to tragudi
pu icha pánta filachtó
gia tópus pu perpátisa
gia míthus pu tus krátisa
sta chéria mu sfichtá
ma stin próti chimoniá
ta skórpise o aéras makriá.
Me ézose tis líthis i skiá
san ksotikó
éfiga ap ‘ton kósmo makriá
gia na thimithó.
Erimiá
pantu ópu ki an píga
anazitóntas se drosiá
s’ ángiza ki ésvines
ke tus míthus mu édiochnes
sta pérata tis gis
san pnoí aeriku
pu glistrái
sto fos tu fengariu.
M’ édiokse i agápi
ma tin plígosa ki egó
ápiastes ikónes ke fonés
chréos ke mertikó.
Káno efchí
ke na to kseprováli
to ástro pu íthela na ‘rthi
t’ ángiksa, mu gélase
gia pánta me elefthérose
ke páli ksekinó
san apéranti agkaliá
i zoí
kontá tis me kali.
|