Πήρα για παιχνίδι την αγάπη σου
κι είπα “δεν μπορεί να με νικήσει”.
Μα όταν είδα άδειο το κρεβάτι μας,
έστασα σαν μια σπασένη βρύση.
Γύρω απ’ το κορμί μου συρματόπλεγμα
ήρθ’ η σκέψη σου και με ματώνει.
Ρίχνω μες στο αίμα μου οινόπνευμα
και έρχεται κι η νύχτα που σκοτώνει.
Πονάει πιο πολύ απ’ ό,τι το `χα φανταστεί, πονάει.
Ο χωρισμός είναι πληγή, είναι μια βόμβα ατομική
που μπαίνει μέσα στην καρδιά και σκάει.
Πήρα για παιχνίδι την αγάπη σου
και έχασα του έρωτα το χρώμα.
Ήμουνα στα σύννεφα και πέταγα
και έπεσα και βρέθηκα στο χώμα.
Κι ήρθε η συνείδηση και μίλησε
και έγιναν τα λάθη μου μαχαίρια.
Είδα από κοντά τι είναι κόλαση,
όταν σε κρατάνε ξένα χέρια.
Πονάει πιο πολύ απ’ ό,τι το `χα φανταστεί, πονάει.
Ο χωρισμός είναι πληγή, είναι μια βόμβα ατομική
που μπαίνει μέσα στην καρδιά και σκάει.
|
Píra gia pechnídi tin agápi su
ki ipa “den bori na me nikísi”.
Ma ótan ida ádio to kreváti mas,
éstasa san mia spaséni vrísi.
Giro ap’ to kormí mu sirmatóplegma
írth’ i sképsi su ke me matóni.
Ríchno mes sto ema mu inópnevma
ke érchete ki i níchta pu skotóni.
Ponái pio polí ap’ ó,ti to `cha fantasti, ponái.
O chorismós ine pligí, ine mia vómva atomikí
pu beni mésa stin kardiá ke skái.
Píra gia pechnídi tin agápi su
ke échasa tu érota to chróma.
Ήmuna sta sínnefa ke pétaga
ke épesa ke vréthika sto chóma.
Ki írthe i sinidisi ke mílise
ke éginan ta láthi mu macheria.
Ida apó kontá ti ine kólasi,
ótan se kratáne kséna chéria.
Ponái pio polí ap’ ó,ti to `cha fantasti, ponái.
O chorismós ine pligí, ine mia vómva atomikí
pu beni mésa stin kardiá ke skái.
|