Και η βροχή η άδικη,
έδιωξε κόσμο απ’ τη γιορτή,
έκανε κόσμο και δεν μπόρεσε να ‘ρθει.
Και η βροχή στα ξαφνικά
ξέπλυνε δρόμους και στενά,
ξέπλυνε μνήμες, όνειρα κι ιδανικά.
Κυρίες και κύριοι,
απόψε ας σοβαρευτούμε,
το έργο είναι δράμα.
Και η βροχή παραμιλά,
σιγά, παράξενα, τρελά,
σαν να το θέλει η γιορτή μας να χαλά.
Και η βροχή η άδικη
έδιωξε κόσμο απ’ τη γιορτή
κι είμαστ’ εδώ και είν’ οι άλλοι από ‘κει
|
Ke i vrochí i ádiki,
édiokse kósmo ap’ ti giortí,
ékane kósmo ke den bórese na ‘rthi.
Ke i vrochí sta ksafniká
ksépline drómus ke stená,
ksépline mnímes, ónira ki idaniká.
Kiríes ke kírii,
apópse as sovareftume,
to érgo ine dráma.
Ke i vrochí paramilá,
sigá, paráksena, trelá,
san na to théli i giortí mas na chalá.
Ke i vrochí i ádiki
édiokse kósmo ap’ ti giortí
ki imast’ edó ke in’ i álli apó ‘ki
|