Ένα φύλλο μαραμένο στην αυλή μου έπεσε,
κάτι μισοξεχασμένο στην καρδιά μου ξύπνησε,
ένα φύλλο μαραμένο μ’ έκανε και δάκρυσα
για μι’ αγάπη που δεν κράτησε καιρό
κι όμως την αναπολώ.
Κι όπου δω στενό δρομάκι
καταπίνω το φαρμάκι
που μου δίνει η ανάμνηση να πιω.
Ένα φύλλο μαραμένο τι δε μου ‘πε σήμερα,
οι μεγάλες οι αγάπες πόσο φεύγουν γρήγορα,
ένα φύλλο μαραμένο δάκρυα μου ‘φερε πολλά
για μι’ αγάπη που δεν κράτησε καιρό
κι όμως την αναπολώ.
|
Έna fíllo maraméno stin avlí mu épese,
káti misoksechasméno stin kardiá mu ksípnise,
éna fíllo maraméno m’ ékane ke dákrisa
gia mi’ agápi pu den krátise keró
ki ómos tin anapoló.
Ki ópu do stenó dromáki
katapíno to farmáki
pu mu díni i anámnisi na pio.
Έna fíllo maraméno ti de mu ‘pe símera,
i megáles i agápes póso fevgun grígora,
éna fíllo maraméno dákria mu ‘fere pollá
gia mi’ agápi pu den krátise keró
ki ómos tin anapoló.
|