Θυμωμένη γυρίζεις στην τροχιά σου
οργισμένη όταν οι κλόουν γελούν
το όνομα σου ξέχασαν φαντάσου,
γραφικοί εραστές χρόνια ασελγούν
με πολεμούν να παν τα σωθικά σου
Άκου τα χρόνια που έρχονται
σιδερένιες φαρέτρες και βέλη
των παιδιών τις χαρές εμπορεύονται
τσακάλια πεινασμένοι αγέλη
του κόσμου τον Θεό πως δεν ντρέπονται
Με φαρμάκι ποτίζουν τα παιδιά σου
απ’ τις πέντε γωνιές αυλικοί
τον ιστό τους απλώνουν τα προικιά σου
κοσμικοί λογιστές, την μάνα μας Γη
με αλυσίδες να δέσουν για φαντάσου
Άκου τα χρόνια που έρχονται
σιδερένιες φαρέτρες και βέλη
των παιδιών τις χαρές εμπορεύονται
τσακάλια πεινασμένοι αγέλη
του κόσμου τον Θεό πως δεν ντρέπονται
|
Thimoméni girízis stin trochiá su
orgisméni ótan i klóun gelun
to ónoma su kséchasan fantásu,
grafiki erastés chrónia aselgun
me polemun na pan ta sothiká su
Άku ta chrónia pu érchonte
siderénies farétres ke véli
ton pedión tis charés eborevonte
tsakália pinasméni agéli
tu kósmu ton Theó pos den ntréponte
Me farmáki potízun ta pediá su
ap’ tis pénte goniés avliki
ton istó tus aplónun ta prikiá su
kosmiki logistés, tin mána mas Gi
me alisídes na désun gia fantásu
Άku ta chrónia pu érchonte
siderénies farétres ke véli
ton pedión tis charés eborevonte
tsakália pinasméni agéli
tu kósmu ton Theó pos den ntréponte
|