Μάνα γλυκιά, φτωχιά μου μάνα,
στον κόσμο μόνη με παιδιά,
αντί να κάνεις τη ζητιάνα
τα χέρια σου έκανες σπαθιά.
Καταχείμωνο στα τρίστρατα εκίναγες
κι αλίμονο για το ψωμί μας πείναγες.
Ποιος βοριάς και ποια καμπάνα
θα σε τραγουδήσει, μάνα!
Ήσουνα φως μες στο κονάκι
κι ανάσα της παρηγοριάς,
εσύ κατάπινες φαρμάκι
και μέλι πότιζες εμάς.
Καταχείμωνο στα τρίστρατα εκίναγες
κι αλίμονο για το ψωμί μας πείναγες.
Ποιος βοριάς και ποια καμπάνα
θα σε τραγουδήσει, μάνα!
|
Mána glikiá, ftochiá mu mána,
ston kósmo móni me pediá,
antí na kánis ti zitiána
ta chéria su ékanes spathiá.
Katachimono sta trístrata ekínages
ki alímono gia to psomí mas pinages.
Pios voriás ke pia kabána
tha se tragudísi, mána!
Ήsuna fos mes sto konáki
ki anása tis parigoriás,
esí katápines farmáki
ke méli pótizes emás.
Katachimono sta trístrata ekínages
ki alímono gia to psomí mas pinages.
Pios voriás ke pia kabána
tha se tragudísi, mána!
|