Μάνα μου όταν με γέννησες,
γιατί δε μου το είπες
πως έχει ο κόσμος βάσανα,
μανούλα μου γλυκιά
πως έχει ο κόσμος πίκρες;
Καλύτερα να πέθαινα
προτού να γεννηθώ,
να μη γνωρίσω βάσανα
και να μην πληγωθώ.
Μάνα μου όταν με γέννησες,
σκληρή ήταν η καρδιά σου
και μ’ έκανες πιο δυστυχή
μανούλα μου γλυκιά
απ’ όλα τα παιδιά σου.
Καλύτερα να πέθαινα
προτού να γεννηθώ,
να μη γνωρίσω βάσανα
και να μην πληγωθώ.
Μάνα, με καταστρέψανε
οι συγγενείς και οι φίλοι
και δε γελάσανε ποτέ
μανούλα μου γλυκιά
τα δυο πικρά μου χείλη.
|
Mána mu ótan me génnises,
giatí de mu to ipes
pos échi o kósmos vásana,
manula mu glikiá
pos échi o kósmos píkres;
Kalítera na péthena
protu na gennithó,
na mi gnoríso vásana
ke na min pligothó.
Mána mu ótan me génnises,
sklirí ítan i kardiá su
ke m’ ékanes pio distichí
manula mu glikiá
ap’ óla ta pediá su.
Kalítera na péthena
protu na gennithó,
na mi gnoríso vásana
ke na min pligothó.
Mána, me katastrépsane
i singenis ke i fíli
ke de gelásane poté
manula mu glikiá
ta dio pikrá mu chili.
|