Η Μαρίνα μου γεννήθηκε
μες σ’ ένα τριαντάφυλλο
που το ‘καψε ο κεραυνός
μια νύχτα.
Η αγάπη μου μεγάλωσε
μες σ’ ένα σπίτι από χαρτί
που το ‘σκισαν ο άνεμος
και μια θολή βροχή.
Η αγάπη μου με κοίταξε
μέσα από πράσινο γυαλί
και είδε ένα σύννεφο χλωμό.
Περπατήσαμε μαζί
κι ήμαστε μια σκιά
σε μια λίμνη μακρινή
που ‘χε μαύρα νερά και όνειρα.
Η αγάπη μου μ’ αγάπησε
πάνω σε πέτρες και πηλό
και γέλασε στο δειλινό σκληρά.
Η αγάπη μου πολέμησε
και νίκησε όλους τους εχθρούς
κι ο κόσμος την αγκάλιασε
με μια κρυφή φωτιά.
Πάει η Μαρίνα μου, κρεμάστηκε
από τα αστέρια του ουρανού
γιατί ένα βράδυ ξέχασα ένα φιλί.
|
I Marína mu genníthike
mes s’ éna triantáfillo
pu to ‘kapse o keravnós
mia níchta.
I agápi mu megálose
mes s’ éna spíti apó chartí
pu to ‘skisan o ánemos
ke mia tholí vrochí.
I agápi mu me kitakse
mésa apó prásino gialí
ke ide éna sínnefo chlomó.
Perpatísame mazí
ki ímaste mia skiá
se mia límni makriní
pu ‘che mavra nerá ke ónira.
I agápi mu m’ agápise
páno se pétres ke piló
ke gélase sto dilinó sklirá.
I agápi mu polémise
ke níkise ólus tus echthrus
ki o kósmos tin agkáliase
me mia krifí fotiá.
Pái i Marína mu, kremástike
apó ta astéria tu uranu
giatí éna vrádi kséchasa éna filí.
|