Σ’ αναζητώ
στο μεθυσμένο βλέμμα του καιρού
και ξενυχτώ
μες στα λιμάνια τ’ ουρανού.
Σ’ αναζητώ
σαν την ανάσα κάποιου ταξιδιού
και σου μιλώ
με τη φωνή του φεγγαριού.
Ως πότε εγώ
στη σκιά σου πια θα ζω;
Πως να στο πω
το κρυφό μου “σ’ αγαπώ”;
Βαθιά μου ζεις, μα είσ’ αλλού
κι εγώ εδώ σου τραγουδώ
με τη φωνή του φεγγαριού,
μα είσ’ αλλού.
Σ’ αναζητώ
όπως το φάρο στον ωκεανό
και σε κρατώ
μες στην καρδιά μου φυλαχτό.
Ως πότε εγώ
στη σκιά σου πια θα ζω;
Πως να στο πω
το κρυφό μου “σ’ αγαπώ”;
Βαθιά μου ζεις, μα είσ’ αλλού
κι εγώ εδώ σου τραγουδώ
με τη φωνή του φεγγαριού,
βαθιά μου ζεις, μα είσ’ αλλού.
|
S’ anazitó
sto methisméno vlémma tu keru
ke ksenichtó
mes sta limánia t’ uranu.
S’ anazitó
san tin anása kápiu taksidiu
ke su miló
me ti foní tu fengariu.
Os póte egó
sti skiá su pia tha zo;
Pos na sto po
to krifó mu “s’ agapó”;
Oathiá mu zis, ma is’ allu
ki egó edó su tragudó
me ti foní tu fengariu,
ma is’ allu.
S’ anazitó
ópos to fáro ston okeanó
ke se krató
mes stin kardiá mu filachtó.
Os póte egó
sti skiá su pia tha zo;
Pos na sto po
to krifó mu “s’ agapó”;
Oathiá mu zis, ma is’ allu
ki egó edó su tragudó
me ti foní tu fengariu,
vathiá mu zis, ma is’ allu.
|