Κοιτώ σαν χαμένος
τη χώρα που παινεύει τα λάθη της
ζωή πεθαμένη και νιώθω
πιο ξένος στα πάρτυ της
Αυτιά κουρασμένα
παιδιά απελπισμένα, που λύγισαν
αγώνες χαμένοι, αγώνες στημένοι
μας νίκησαν
Με τρεις και τριάντα
και πριν τα τριάντα, παντρεύτηκα
τα όνειρα χίλια
το ψάρι στα χείλια, παιδεύτηκα
Περνώ τα σαράντα
κι η πόλη μου λέει χαλάλι σου
θα πιω μία γουλιά στη γενιά
θα πιω και στο χάλι σου
Βαδίζω στους δρόμους
σ’ αυτούς τους διαδρόμους που αφήσατε
και ψάχνω τον ήλιο
στην όμορφη πόλη που χτίσατε
|
Kitó san chaménos
ti chóra pu penevi ta láthi tis
zoí pethaméni ke niótho
pio ksénos sta párti tis
Aftiá kurasména
pediá apelpisména, pu lígisan
agónes chaméni, agónes stiméni
mas níkisan
Me tris ke triánta
ke prin ta triánta, pantreftika
ta ónira chília
to psári sta chilia, pedeftika
Pernó ta saránta
ki i póli mu léi chaláli su
tha pio mía guliá sti geniá
tha pio ke sto cháli su
Oadízo stus drómus
s’ aftus tus diadrómus pu afísate
ke psáchno ton ílio
stin ómorfi póli pu chtísate
|