Κάθε μέρα που περνάει
η ζωή δεν προχωράει
και τα όνειρα γυρεύουν δανεικά.
Η ανάσα μας τελειώνει,
οι καημοί γίναν βραχιόλι
κι όλο σφίγγουν στο λαιμό μας τη θηλιά.
Δεν έχει μέγαρο στα Μέγαρα,
ούτε γιορτές, ούτε χαρές, μόνο βροχή.
Δεν έχει μέγαρο στα Μέγαρα,
η σκόνη σκέπασε τα βλέφαρα
και κατεβαίνει σαν φαρμάκι στην ψυχή.
Κάθε νύχτα που περνάει
η αγάπη μας γερνάει
και τα χρόνια μας περνάνε βιαστικά.
Οι καρδιές γίνανε πέτρα,
τα παράπονά μου μέτρα
πριν τα σβήσει η ζωή μηχανικά.
|
Káthe méra pu pernái
i zoí den prochorái
ke ta ónira girevun daniká.
I anása mas telióni,
i kaimi ginan vrachióli
ki ólo sfíngun sto lemó mas ti thiliá.
Den échi mégaro sta Mégara,
ute giortés, ute charés, móno vrochí.
Den échi mégaro sta Mégara,
i skóni sképase ta vléfara
ke kateveni san farmáki stin psichí.
Káthe níchta pu pernái
i agápi mas gernái
ke ta chrónia mas pernáne viastiká.
I kardiés ginane pétra,
ta paráponá mu métra
prin ta svísi i zoí michaniká.
|