Είναι κάτι μεσημέρια που φοβάμαι
τριγυρνάω μοναχή μου και θυμάμαι
πως ποθούσα μια ζωή να σε προφτάσω
πως μ’ένοιαζε κρυφά μη σε χάσω
Μεσημέριασε κι ούτε ένα σου σημάδι
μεσημέριασε κι ένα σύννεφο σκοτάδι
μου ταξίδεψε το δάκρυ
μέχρι του καημού την άκρη
Είναι κάτι μεσημέρια μαραμένα
μες στη σκόνη μες στη δίψα μου για σένα
κάθε ώρα μοιάζει αιώνας και θυμώνω
όσα δάκρυα θα πιω στα χρεώνω
Μεσημέριασε κι ούτε ένα σου σημάδι
μεσημέριασε κι ένα σύννεφο σκοτάδι
μου ταξίδεψε το δάκρυ
μέχρι του καημού την άκρη
|
Ine káti mesiméria pu fováme
trigirnáo monachí mu ke thimáme
pos pothusa mia zoí na se proftáso
pos m’éniaze krifá mi se cháso
Mesimériase ki ute éna su simádi
mesimériase ki éna sínnefo skotádi
mu taksídepse to dákri
méchri tu kaimu tin ákri
Ine káti mesiméria maraména
mes sti skóni mes sti dípsa mu gia séna
káthe óra miázi eónas ke thimóno
ósa dákria tha pio sta chreóno
Mesimériase ki ute éna su simádi
mesimériase ki éna sínnefo skotádi
mu taksídepse to dákri
méchri tu kaimu tin ákri
|