Μοίρα μου άκαρπο δεντρί
μέλισσα δίχως μέλι,
βγάζουν τα όνειρα κεντρί
κι ο ύπνος δεν τα θέλει.
Δεν έφυγα κρυβόμουνα
δεν ένοιωθα φοβόμουν,
δεν ήξερα ποια βήματα
το δρόμο μου στοιχειώνουν.
Τύψεις μου άγριες φωνές
της μοναξιάς σφραγίδα,
της μέρας μου σταλαγματιές
της νύχτας καταιγίδα.
Θέλω να φύγω μα πονώ,
να μείνω, μα πλαντάζω
κι αν κατοικώ στον ουρανό
την άβυσσο κοιτάζω.
Να ‘ναι η ψυχή μια φυλακή
και η καρδιά παγίδα,
να ‘ναι ο έρωτας πληγή
κι η αγάπη αλυσίδα.
Είν’ η ψυχή ταξιδευτής
ο έρωτας ικέτης,
επίορκος και νικητής
ήρωας και δραπέτης.
|
Mira mu ákarpo dentrí
mélissa díchos méli,
vgázun ta ónira kentrí
ki o ípnos den ta théli.
Den éfiga krivómuna
den éniotha fovómun,
den íksera pia vímata
to drómo mu stichiónun.
Típsis mu ágries fonés
tis monaksiás sfragida,
tis méras mu stalagmatiés
tis níchtas kategida.
Thélo na fígo ma ponó,
na mino, ma plantázo
ki an katikó ston uranó
tin ávisso kitázo.
Na ‘ne i psichí mia filakí
ke i kardiá pagida,
na ‘ne o érotas pligí
ki i agápi alisída.
In’ i psichí taksideftís
o érotas ikétis,
epíorkos ke nikitís
íroas ke drapétis.
|