Τα μονοπάτια μου και τα περάσματά μου
με ποιο δικαίωμα εσύ τα περπατάς,
σήκω και φύγε στα γρήγορα, κυρά μου,
είναι δικό μου το παιδί που κυνηγάς,
είναι δικό μου το παιδί που κυνηγάς.
Μη μου κουράζεις το παιδί, τον άνθρωπό μου,
άλλαξε πόρτα γιατί άδικα χτυπάς,
δε θα σ’ αφήσω δηλαδή να μου χαλάσεις τη ζωή,
είναι δικό μου το παιδί που κυνηγάς.
Το `χω στα χέρια μου μη βρέξει και μη στάξει,
τρέμει η καρδιά μου μην τυχόν μου πικραθεί,
και δε θ’ αφήσω καμιά να μου πειράξει
τον άνθρωπό μου, το δικό μου το παιδί,
τον άνθρωπό μου, το δικό μου το παιδί.
Μη μου κουράζεις το παιδί, τον άνθρωπό μου,
άλλαξε πόρτα γιατί άδικα χτυπάς,
δε θα σ’ αφήσω δηλαδή να μου χαλάσεις τη ζωή,
είναι δικό μου το παιδί που κυνηγάς
|
Ta monopátia mu ke ta perásmatá mu
me pio dikeoma esí ta perpatás,
síko ke fíge sta grígora, kirá mu,
ine dikó mu to pedí pu kinigás,
ine dikó mu to pedí pu kinigás.
Mi mu kurázis to pedí, ton ánthropó mu,
állakse pórta giatí ádika chtipás,
de tha s’ afíso diladí na mu chalásis ti zoí,
ine dikó mu to pedí pu kinigás.
To `cho sta chéria mu mi vréksi ke mi stáksi,
trémi i kardiá mu min tichón mu pikrathi,
ke de th’ afíso kamiá na mu piráksi
ton ánthropó mu, to dikó mu to pedí,
ton ánthropó mu, to dikó mu to pedí.
Mi mu kurázis to pedí, ton ánthropó mu,
állakse pórta giatí ádika chtipás,
de tha s’ afíso diladí na mu chalásis ti zoí,
ine dikó mu to pedí pu kinigás
|