Μη ζητάς στη γειτονιά μας,
χαμογελαστούς ανθρώπους
Κουραστήκαν απ’ τις έγνοιες,
και γεράσαν απ’ τους κόπους
Μη ζητάς στη γειτονιά μας,
τη χαρά να δεις κρυμμένη
Μας εκοίταξε στα μάτια,
κι έχει φύγει τρομαγμένη
Τρύπες και στο πουκάμισο,
και στο σακάκι τρύπες
βρήκαν και μπαινοβγαίνουνε,
τα βάσανα και οι λύπες
Μη ζητάς στη γειτονιά μας,
τα παιδιά να δεις κεφάτα
Χάσαν το γλυκό τους γέλιο,
δίπλα απ’ τ’ αδειανά μας πιάτα
Μη ζητάς στη γειτονιά μας,
ούτε ήλιο, ούτε φεγγάρι
Χρόνια έχουμε νοικάρη,
στη καρδιά μας το σκοτάδι
|
Mi zitás sti gitoniá mas,
chamogelastus anthrópus
Kurastíkan ap’ tis égnies,
ke gerásan ap’ tus kópus
Mi zitás sti gitoniá mas,
ti chará na dis krimméni
Mas ekitakse sta mátia,
ki échi fígi tromagméni
Trípes ke sto pukámiso,
ke sto sakáki trípes
vríkan ke benovgenune,
ta vásana ke i lípes
Mi zitás sti gitoniá mas,
ta pediá na dis kefáta
Chásan to glikó tus gélio,
dípla ap’ t’ adianá mas piáta
Mi zitás sti gitoniá mas,
ute ílio, ute fengári
Chrónia échume nikári,
sti kardiá mas to skotádi
|