Έρημος μες στην ξενιτιά, αχ!
κι άρρωστος πολύ βαριά,
ούτε ένας φίλος, ούτε συγγενής, αχ!
γλυκιά μανούλα, πού ‘σαι να με δεις.
Κι εσύ αγάπη μου είσαι μακριά μου,
βρύση παν τα αχ! δάκρυά μου,
νιώθω, σώνετ’ η πνοή μου,
τρεμοσβήνει αχ! η ζωή μου.
Δεν βρίσκω ο δόλιος γιατρειά, αχ!
νιάτα μου, σας χάνω πια,
χάνω τα νιάτα μου πριν τα χαρώ, αχ!
γλυκιά μου αγάπη που είσαι να σε ειδώ.
Στην Άγια Λαύρα έχω κάνει τάμα,
Παναγιά μου, αχ! καν’ το θάμα,
κάνε το θάμα σου να ζήσω,
στην καλή μου αχ! να γυρίσω.
|
Έrimos mes stin ksenitiá, ach!
ki árrostos polí variá,
ute énas fílos, ute singenís, ach!
glikiá manula, pu ‘se na me dis.
Ki esí agápi mu ise makriá mu,
vrísi pan ta ach! dákriá mu,
niótho, sónet’ i pnoí mu,
tremosvíni ach! i zoí mu.
Den vrísko o dólios giatriá, ach!
niáta mu, sas cháno pia,
cháno ta niáta mu prin ta charó, ach!
glikiá mu agápi pu ise na se idó.
Stin Άgia Lavra écho káni táma,
Panagiá mu, ach! kan’ to tháma,
káne to tháma su na zíso,
stin kalí mu ach! na giríso.
|