Μικρή η φωνή κι ανήμπορη μια λέξη ν’ ακουστεί
σ’ αυτή την άσκοπη βουή που όλα τα σκεπάζει.
Μα τώρα νιώθω μια αιτία, κι ένα λόγο που θα κάνω
ολόχρυσες οι σάλπιγγες, τραγούδι να σημάνουν.
Μέσα απ’ αυτό το φονικό
μονάχα ο έρωτας θα ζήσει
γι’ αυτό στο σώμα σου ας χαθώ
στους δρόμους που ονειρεύομαι
χωρίς επιστροφή.
Κι ενώ η μαμή της ιστορίας με ξεχνάει
τους ίδιους κύκλους ξεγεννάει με ίδιους πάντα τρόπους.
Το τζάμι σπάζω μιας βιτρίνας και παίρνω όλα τα φιλιά σου
που εκεί τα φυλακίσανε, μα τώρα μου ανήκουν.
Μέσα απ’ αυτό το φονικό
μονάχα ο έρωτας θα ζήσει
γι’ αυτό στο σώμα σου ας χαθώ
στους δρόμους που ονειρεύομαι
χωρίς επιστροφή.
|
Mikrí i foní ki aníbori mia léksi n’ akusti
s’ aftí tin áskopi vuí pu óla ta skepázi.
Ma tóra niótho mia etía, ki éna lógo pu tha káno
olóchrises i sálpinges, tragudi na simánun.
Mésa ap’ aftó to fonikó
monácha o érotas tha zísi
gi’ aftó sto sóma su as chathó
stus drómus pu onirevome
chorís epistrofí.
Ki enó i mamí tis istorías me ksechnái
tus ídius kíklus ksegennái me ídius pánta trópus.
To tzámi spázo mias vitrínas ke perno óla ta filiá su
pu eki ta filakísane, ma tóra mu aníkun.
Mésa ap’ aftó to fonikó
monácha o érotas tha zísi
gi’ aftó sto sóma su as chathó
stus drómus pu onirevome
chorís epistrofí.
|