Πάνω στα νερά της Πάρος
φέγγει των ματιών σου ο φάρος,
με της Νάξου τα κοχύλια
μοιάζουν τα γλυκά σου χείλια.
Με τα δυο σου χέρια γκέμια
ταξιδεύουν τα μελτέμια
Κύθνο Σέριφο και Τήνο,
όποιον όρκο θες σου δίνω.
Έρωτά μου και πατρίδα
και κορμί θαλασσινό
στο όνειρό μου εσένα είδα
κι έναν ήλιο πρωινό.
Απ’ τη Σίκινο στη Μήλο
πάνω σ’ ασημένιο φύλλο
καραβάκι στον αέρα
πήγαινέ με νύχτα μέρα.
Τ’ αστεράκια πέφτουν χάμω
σαν της Άμοργου την άμμο,
με το κύμα της Ανάφης
ότι θέλεις να μου γράφεις.
|
Páno sta nerá tis Páros
féngi ton matión su o fáros,
me tis Náksu ta kochília
miázun ta gliká su chilia.
Me ta dio su chéria gkémia
taksidevun ta meltémia
Kíthno Sérifo ke Tíno,
ópion órko thes su díno.
Έrotá mu ke patrída
ke kormí thalassinó
sto óniró mu eséna ida
ki énan ílio prinó.
Ap’ ti Síkino sti Mílo
páno s’ asiménio fíllo
karaváki ston aéra
pígené me níchta méra.
T’ asterákia péftun chámo
san tis Άmorgu tin ámmo,
me to kíma tis Anáfis
óti thélis na mu gráfis.
|