Δεν κάνω πίσω πουθενά, περνάει το δικό μου,
στου εγωισμού τη γειτονιά, ξέρουν και το μικρό μου,
δε θέλω άλλες μοιρασιές, δε θέλω πια αγάπες,
οι πιο μεγάλες αγκαλιές, ήταν μικρές απάτες.
Μια γυναίκα μόνη, που έτσι διάλεξε να μείνει,
δύναμη παράξενη, μέσα στην ψυχή της κλείνει,
μια γυναίκα μόνη, είμαι πια κι έχω πεισμώσει,
ήμουν τριαντάφυλλο και μ’ έχουν ξεριζώσει.
Άκου λοιπόν αφού το θες, τίποτα δε χρωστάω,
ούτε στις άλλες μου ζωές, ούτε σ’ αυτήν που πάω,
του χωρισμού τη φυλακή δε θα ξαναπεράσω,
έμεινα βράδια μέσα εκεί και θέλω να ξεχάσω.
Μια γυναίκα μόνη, που έτσι διάλεξε να μείνει,
δύναμη παράξενη, μέσα στην ψυχή της κλείνει,
μια γυναίκα μόνη, είμαι πια κι έχω πεισμώσει,
ήμουν τριαντάφυλλο και μ’ έχουν ξεριζώσει.
|
Den káno píso puthená, pernái to dikó mu,
stu egismu ti gitoniá, ksérun ke to mikró mu,
de thélo álles mirasiés, de thélo pia agápes,
i pio megáles agkaliés, ítan mikrés apátes.
Mia gineka móni, pu étsi diálekse na mini,
dínami parákseni, mésa stin psichí tis klini,
mia gineka móni, ime pia ki écho pismósi,
ímun triantáfillo ke m’ échun kserizósi.
Άku lipón afu to thes, típota de chrostáo,
ute stis álles mu zoés, ute s’ aftín pu páo,
tu chorismu ti filakí de tha ksanaperáso,
émina vrádia mésa eki ke thélo na ksecháso.
Mia gineka móni, pu étsi diálekse na mini,
dínami parákseni, mésa stin psichí tis klini,
mia gineka móni, ime pia ki écho pismósi,
ímun triantáfillo ke m’ échun kserizósi.
|