Μη με ρωτάς αν αντέχω τα βράδια, μη με ρωτάς
μη με κοιτάς μ’ ένα ύφος παράξενο μη με κοιτάς.
Μες στο μυαλό μου έχω εικόνες,
που έχουν τους δικούς τους κανόνες, μη μου μιλάς.
Μη μου μιλάς γιατί ξέρω καλά πως δε θες να μ’ ακούσεις
κάτι θα πω, μα τα κλειστά σου τ’ αυτάκια δε θα τ’ ανοίξεις.
Θ’ αρχίσεις μετά τα συνθήματα,
τους λόγους σου και τα κηρύγματα να μας καταπλήξεις.
Αυθεντίες και σοφοί υπάρχουν τριγύρω μου,
δασκαλίτσες σαν και σένα που ο θεός να φυλάει,
προτιμάω στη σιωπή να οχυρώσω τη σκέψη μου
και ν’ ανοίγω την καρδιά μου σ’ όποιον μ’ αγαπάει.
ναι μ’ αγαπάει.
|
Mi me rotás an antécho ta vrádia, mi me rotás
mi me kitás m’ éna ífos parákseno mi me kitás.
Mes sto mialó mu écho ikónes,
pu échun tus dikus tus kanónes, mi mu milás.
Mi mu milás giatí kséro kalá pos de thes na m’ akusis
káti tha po, ma ta klistá su t’ aftákia de tha t’ aniksis.
Th’ archísis metá ta sinthímata,
tus lógus su ke ta kirígmata na mas kataplíksis.
Afthentíes ke sofi ipárchun trigiro mu,
daskalítses san ke séna pu o theós na filái,
protimáo sti siopí na ochiróso ti sképsi mu
ke n’ anigo tin kardiá mu s’ ópion m’ agapái.
ne m’ agapái.
|