Θα στο σπάσω το μπουζούκι, θα στο σπάσω.
Απ’ τη ζήλια μου κοντεύω πια να σκάσω.
Όλη μέρα το μπουζούκι αγκαλιά
και σε μένα ούτε μια μιλιά.
Τι να κάνω η τρελή, τα ‘μπλεξα με μπουζουξή,
μα σκοπό έχω μονάχα έναν
Να του κάνω μια σκηνή, να διαλέξει στη στιγμή:
Το μπουζούκι θέλει ή εμένα;
Βρε, Μαριώ μου, πάψε τώρα να γκρινιάζεις,
στην εκπαίδευσή μου εμπόδια μη βάζεις.
Στο `χα πει: θέλω να γίνω μπουζουξής,
πρώτος μες στην πιάτσα και δημοφιλής.
Τι να γίνει δηλαδή, το μπουζούκι έχει ψωμί,
πάψε να το βλέπεις με κακία.
Έχει και αυτό ψυχή, και να δεις ότι μπορεί
στον καβγά να βάλει μελωδία.
|
Tha sto spáso to buzuki, tha sto spáso.
Ap’ ti zília mu kontevo pia na skáso.
Όli méra to buzuki agkaliá
ke se ména ute mia miliá.
Ti na káno i trelí, ta ‘bleksa me buzuksí,
ma skopó écho monácha énan
Na tu káno mia skiní, na dialéksi sti stigmí:
To buzuki théli í eména;
Ore, Marió mu, pápse tóra na gkriniázis,
stin ekpedefsí mu ebódia mi vázis.
Sto `cha pi: thélo na gino buzuksís,
prótos mes stin piátsa ke dimofilís.
Ti na gini diladí, to buzuki échi psomí,
pápse na to vlépis me kakía.
Έchi ke aftó psichí, ke na dis óti bori
ston kavgá na váli melodía.
|