Σε μπαρ τον είδα, ήταν με άλλη
κάτι μου είπε, κάτι γλυκό.
Στο μπαρ εκείνο πάντα όταν πάω,
εκείνον ψάχνω, και θα τον βρω.
Μωβ ήτανε τα μάτια του
και, πίστεψέ το αν θέλεις,
πορτοκαλιά η χαίτη του
σαν το μπουφάν της Έλλης.
Καρφώθηκα και χάζεψα,
μου κόπηκε η ανάσα,
αισθάνθηκα πως πέταγα
σ’ αποστολή της ΝΑΣΑ.
Βγαίνοντας σκόνταψα στο σκαλοπάτι,
κάπως μπερδεύτηκα με το παλτό.
Τότε αυτός που ακολουθούσε
το χέρι άπλωσε, μ’ άγγιξε εδώ.
|
Se bar ton ida, ítan me álli
káti mu ipe, káti glikó.
Sto bar ekino pánta ótan páo,
ekinon psáchno, ke tha ton vro.
Mov ítane ta mátia tu
ke, pístepsé to an thélis,
portokaliá i cheti tu
san to bufán tis Έllis.
Karfóthika ke cházepsa,
mu kópike i anása,
esthánthika pos pétaga
s’ apostolí tis NASA.
Ogenontas skóntapsa sto skalopáti,
kápos berdeftika me to paltó.
Tóte aftós pu akoluthuse
to chéri áplose, m’ ángikse edó.
|