Ένα μωρό, μωρό παιδί χρόνια
έχει κρυφτεί στο σώμα μου
τρώει μπογιές, καρδιές, φωτιές, χιόνια
και την κολόνια μου
Μέρα νύχτα κλαίει
δε με θες μου λέει
τρέχει στην μπανιέρα γυμνό
λούζει τα μαλλιά μου
πλένει τα φιλιά μου
βγάζει απ’ την ψυχή μου καπνό
Ένα μωρό, μωρό παιδί χρόνια
έχει κλειδιά απ’ το σπίτι μου
κάνει ζημιές, βρωμιές, χαρές, ψώνια
κάτω απ’ τη μύτη μου
Χρόνια μ’ αρρωσταίνει
χρόνια μου γελά
μου ‘χες πει θα ζούμε καλά
μούρη μου σπασμένη
ρούχα μου απαλά
σου ‘χα πει θα ζούμε καλά
Ένα μωρό μωρό παιδί φως μου
για να με δεις το χτένισα
κι αν μ’ αγαπάς
καιρό καιρό δώσ’ μου
δώρο στο γέννησα
Χρόνια ερωτευμένο
παραμυθιασμένο
μ’ ένα μυαλουδάκι γερό
που όταν λέει πεθαίνω
τρέχω του μαθαίνω
τι θα πει μωρό μου
Μπορώ
|
Έna moró, moró pedí chrónia
échi krifti sto sóma mu
trói bogiés, kardiés, fotiés, chiónia
ke tin kolónia mu
Méra níchta klei
de me thes mu léi
tréchi stin baniéra gimnó
luzi ta malliá mu
pléni ta filiá mu
vgázi ap’ tin psichí mu kapnó
Έna moró, moró pedí chrónia
échi klidiá ap’ to spíti mu
káni zimiés, vromiés, charés, psónia
káto ap’ ti míti mu
Chrónia m’ arrosteni
chrónia mu gelá
mu ‘ches pi tha zume kalá
muri mu spasméni
rucha mu apalá
su ‘cha pi tha zume kalá
Έna moró moró pedí fos mu
gia na me dis to chténisa
ki an m’ agapás
keró keró dós’ mu
dóro sto génnisa
Chrónia erotevméno
paramithiasméno
m’ éna mialudáki geró
pu ótan léi petheno
trécho tu matheno
ti tha pi moró mu
Boró
|