Όταν δακρύζεις περιμένοντας την άνοιξη
όταν κρυώνεις
όταν δαγκώνεις με παράπονο τα χείλια σου
όταν ματώνεις.
όταν οι δρόμοι σου τελειώνουνε απότομα,
όταν δε θα ‘χεις που να πας και που να κλάψεις,
όταν βουλιάζεις στο περίπου και στο τίποτα,
να με φωνάξεις.
Όταν με σάλπιγγες ξυπνήσεις και με τύμπανα
όταν σε πιάσουν,
όταν θα ψάχνεις στο ταβάνι την εξώπορτα
όταν σε σπάσουν,
όταν τα λόγια σου θα πέφτουνε στο πάτωμα,
όταν οι φίλοι σου σ’ αφήσουν να ρημάξεις,
όταν σε φτύσουνε οι πρόχειρες αγάπες σου,
Να με φωνάξεις
Όταν θ’ ανέβεις σ ένα χάρτινο αερόστατο
όταν πετάξεις,
όταν θα πέσεις κάποια νύχτα από τα σύννεφα
όταν τρομάξεις,
όταν θα ψάχνεις την ουσία με την γλώσσα σου,
όταν φοβάσαι τον καθρέφτη να κοιτάξεις,
όταν στραβώσει το μυαλό σου επικίνδυνα,
Να με φωνάξεις
Φώναξε με φώναξε με με τα κύματα,
κατακόκκινο φεγγάρι δώσ’ μου βήματα.
Να με φωνάξεις.
|
Όtan dakrízis periménontas tin ániksi
ótan kriónis
ótan dagkónis me parápono ta chilia su
ótan matónis.
ótan i drómi su teliónune apótoma,
ótan de tha ‘chis pu na pas ke pu na klápsis,
ótan vuliázis sto perípu ke sto típota,
na me fonáksis.
Όtan me sálpinges ksipnísis ke me tíbana
ótan se piásun,
ótan tha psáchnis sto taváni tin eksóporta
ótan se spásun,
ótan ta lógia su tha péftune sto pátoma,
ótan i fíli su s’ afísun na rimáksis,
ótan se ftísune i próchires agápes su,
Na me fonáksis
Όtan th’ anévis s éna chártino aeróstato
ótan petáksis,
ótan tha pésis kápia níchta apó ta sínnefa
ótan tromáksis,
ótan tha psáchnis tin usía me tin glóssa su,
ótan fováse ton kathréfti na kitáksis,
ótan stravósi to mialó su epikíndina,
Na me fonáksis
Fónakse me fónakse me me ta kímata,
katakókkino fengári dós’ mu vímata.
Na me fonáksis.
|