Το νερό κυλάει
το πουλί πετάει
σε χρυσάφι ουρανό
ο ανεμόμυλος αλέθει
και η Βάβω γνέθει
μες στο δειλινό
Νάνι νάνι, νάνι
το παιδί μου κάνει
και ο Αϊ Γιώργης το θωρεί
βγάζει και σπαθί του δίνει
σαν φλουρί το ντύνει
σαν χρυσό φλουρί
Κόπιασε διαβάτη
έρμε νυχτοπάτη
κόπιασε να φας να πιεις
Έπεσε ζεστό το βράδυ
πιες απ’ το πηγάδι
για να δροσιστείς
Μέθυσ απ’ την γλύκα
η γριά η σφήκα
στάζει μέλι η χαρουπιά
φτάνει στο παλιό λιμάνι
κάποιο πυροφάνι
με χρυσά κουπιά
|
To neró kilái
to pulí petái
se chrisáfi uranó
o anemómilos aléthi
ke i Oávo gnéthi
mes sto dilinó
Náni náni, náni
to pedí mu káni
ke o Ai Giórgis to thori
vgázi ke spathí tu díni
san flurí to ntíni
san chrisó flurí
Kópiase diaváti
érme nichtopáti
kópiase na fas na piis
Έpese zestó to vrádi
pies ap’ to pigádi
gia na drosistis
Méthis ap’ tin glíka
i griá i sfíka
stázi méli i charupiá
ftáni sto palió limáni
kápio pirofáni
me chrisá kupiá
|