Σκούνα που σαλπάρει
τ’ αργυρό φεγγάρι
στην ονειροχώρα
το αρμενίζει τώρα.
Σε ποιο μονοπάτι
στ’ ουρανού τα πλάτη
ταξιδεύεις γιε μου,
στα φτερά του ανέμου;
Νάνι το μωρό μου,
το χιλιάκριβό μου,
σώπασε όλη η φύση
μη μου το ξυπνήσει.
Άστρα χαμηλώστε
και κοντοζυγώστε
να το δείτε ελάτε
που γλυκοκοιμάται.
Μ’ απαλό υφάδι
βελουδένιο χάδι
νύχτα σκέπασέ το
και νανούρισέ το.
Κι ώσπου να χαράξει
ύπνο από μετάξι
στείλε στο μωρό μου
το χιλιάκριβό μου.
|
Skuna pu salpári
t’ argiró fengári
stin onirochóra
to armenízi tóra.
Se pio monopáti
st’ uranu ta pláti
taksidevis gie mu,
sta fterá tu anému;
Náni to moró mu,
to chiliákrivó mu,
sópase óli i físi
mi mu to ksipnísi.
Άstra chamilóste
ke kontozigóste
na to dite eláte
pu glikokimáte.
M’ apaló ifádi
veludénio chádi
níchta sképasé to
ke nanurisé to.
Ki óspu na charáksi
ípno apó metáksi
stile sto moró mu
to chiliákrivó mu.
|