Ναύτης βγήκε στη στεριά για περιπολία
μάνα μου, αναστέναξε όλη η παραλία
τέλειωσε η περίπολος κι ήρθε το ναυτάκι
κι έριχνε στη θάλασσα μαύρο βοτσαλάκι.
Ναύτης βγήκε στη στεριά και μπροστά μου βγαίνει
Κύριε των δυνάμεων, τι χρωστώ η καημένη;
Μου ‘πε δυο γλυκόλογα, θέλει να κεράσει
μια βανίλια παγωτό και γλυκό κεράσι.
Ναύτης βγήκε στη στεριά και φοράει τ’ άσπρα
γέμισε το σπίτι μου κι η καρδιά μου μ’ άστρα
βγήκαμε κι ενθύμιο μια φωτογραφία
στο Χατζηκυριάκειο μέσα στην πλατεία.
Ναύτης βγήκε στη στεριά μ’ άδεια τρεις ημέρες
παραγνωριστήκαμε κι άρχισε φοβέρες
μου `κανε και μια σκηνή μες στην παραλία
μην κοιτάζω γύρω μου σαν περιπολία.
|
Naftis vgíke sti steriá gia peripolía
mána mu, anasténakse óli i paralía
téliose i perípolos ki írthe to naftáki
ki érichne sti thálassa mavro votsaláki.
Naftis vgíke sti steriá ke brostá mu vgeni
Kírie ton dinámeon, ti chrostó i kaiméni;
Mu ‘pe dio glikóloga, théli na kerási
mia vanília pagotó ke glikó kerási.
Naftis vgíke sti steriá ke forái t’ áspra
gémise to spíti mu ki i kardiá mu m’ ástra
vgíkame ki enthímio mia fotografía
sto Chatzikiriákio mésa stin platia.
Naftis vgíke sti steriá m’ ádia tris iméres
paragnoristíkame ki árchise fovéres
mu `kane ke mia skiní mes stin paralía
min kitázo giro mu san peripolía.
|