Ήρθε ο καιρός που ο ουρανός
σαν Τροβατόρε αλλοτινός
θλιμμένος φόρεσε ξανά
τη σκοτεινή του μπέρτα
και παίζει ατέρμονα σολίστ
μια κάποια σύνθεση του Λίστ
ο βιρτουόζος ο άνεμος
στα βραδινά κονσέρτα
Κι ήρθε ο καιρός που αναρριγεί
σαν μια τρελή μαρμαρυγή
τ’ άρρωστο φως των λαμπιονιών
μες στα νερά του δρόμου
κι ακούς των δέντρων τα κλαδιά
στην κατασκότεινη βραδιά
μια μελωδία να παίζουνε
της φρίκης και του τρόμου
Κι ήρθε καιρός, Νινόν, που λες
που απ’ τις οδύνες τις πολλές
συντρίμμι μένω στη γωνιά
μες στο βαρύ χειμώνα
κι ώρες να ’ρθεις παρακαλώ
καμιά βράδια με το καλό
μες στην καρδιά μου μια μικρή
να φέρεις ανεμώνα.
|
Ήrthe o kerós pu o uranós
san Trovatóre allotinós
thlimménos fórese ksaná
ti skotiní tu bérta
ke pezi atérmona solíst
mia kápia sínthesi tu Líst
o virtuózos o ánemos
sta vradiná konsérta
Ki írthe o kerós pu anarrigi
san mia trelí marmarigí
t’ árrosto fos ton labionión
mes sta nerá tu drómu
ki akus ton déntron ta kladiá
stin kataskótini vradiá
mia melodía na pezune
tis fríkis ke tu trómu
Ki írthe kerós, Ninón, pu les
pu ap’ tis odínes tis pollés
sintrímmi méno sti goniá
mes sto varí chimóna
ki óres na ’rthis parakaló
kamiá vrádia me to kaló
mes stin kardiá mu mia mikrí
na féris anemóna.
|