Μεθυσμένη πέφτει η νύχτα η χαρτορίχτρα
με το σκούρο μπλε μαντήλι,
τα βαριά βαμμένα χείλη και το βάσανο
κρεμασμένο απ’ τ’ αυτί της σκουλαρίκι.
Στην ποδιά της ένα λάγνο πιτσιρίκι
να κερνάει τους χορτασμένους σκέτη φρίκη.
Μεθυσμένη πέφτει η νύχτα η χαρτορίχτρα.
Στο λαιμό της αλυσίδα οι απόκληροι.
Στη βαθιά της τσέπη μέσα οι αδάκρυτοι.
Κι όλα τα στοιχειά της κάνουν τσαλιμάκια
και χορεύουν στο ποτήρι της.
Και το πιο όμορφο απ’ όλα πέφτει στη φωτιά
και λιώνει για χατίρι της.
Μεθυσμένη πέφτει η νύχτα η χαρτορίχτρα
με τα νύχια τα βαμμένα,
με χαρτιά σημαδεμένα και το βάσανο.
Κι όλα τα στοιχειά της κάνουν τσαλιμάκια
και χορεύουν στο ποτήρι της.
Και το πιο όμορφο απ’ όλα πέφτει στη φωτιά
και λιώνει για χατίρι της.
Μεθυσμένη πέφτει η νύχτα η χαρτορίχτρα
και το βάσανο.
|
Methisméni péfti i níchta i chartoríchtra
me to skuro ble mantíli,
ta variá vamména chili ke to vásano
kremasméno ap’ t’ aftí tis skularíki.
Stin podiá tis éna lágno pitsiríki
na kernái tus chortasménus skéti fríki.
Methisméni péfti i níchta i chartoríchtra.
Sto lemó tis alisída i apókliri.
Sti vathiá tis tsépi mésa i adákriti.
Ki óla ta stichiá tis kánun tsalimákia
ke chorevun sto potíri tis.
Ke to pio ómorfo ap’ óla péfti sti fotiá
ke lióni gia chatíri tis.
Methisméni péfti i níchta i chartoríchtra
me ta níchia ta vamména,
me chartiá simadeména ke to vásano.
Ki óla ta stichiá tis kánun tsalimákia
ke chorevun sto potíri tis.
Ke to pio ómorfo ap’ óla péfti sti fotiá
ke lióni gia chatíri tis.
Methisméni péfti i níchta i chartoríchtra
ke to vásano.
|