Σ’ αυτό το μέρος της πόλης,
κάνει ο διάβολος βόλτες,
βάζει κορίτσια στις πόρτες,
να με τρελαίνουν,
να με τρελαίνουν.
Αυτή την ώρα, τη νύχτα,
κάνει ο διάβολος βάρδια,
και τα κορίτσια τα σπρώχνει,
να με πειράζουν,
να με πειράζουν.
Ξέρει τι θέλω,
ξέρει πως λιώνω,
ξέρει, πεθαίνω.
Στα καμπαρέ, στα μπαράκια,
έχει ο διάβολος πόντους,
γι’ αυτό πελάτη με έχει
κι όλα τα δίνω,
όλα τα δίνω.
Ξέρει τι θέλω,
ξέρει πως λιώνω,
ξέρει, πεθαίνω.
Ξέρει τι θέλω,
ξέρει πως λιώνω,
ξέρει, πεθαίνω.
Αν σε πετύχει μόνο τη νύχτα,
έχει τον τρόπο να σε παιδέψει,
με τη ματιά της θα σε χαϊδέψει,
αν σε πετύχει μόνο τη νύχτα,
μόνο τη νύχτα…
Αν σε πετύχει, να την κοιτάζεις,
‘κει που πονάς εκεί θα πατήσει,
πριν να χαράξει θα σ’ έχει αφήσει,
αν σε πετύχει μόνο τη νύχτα
μόνο τη νύχτα…
|
S’ aftó to méros tis pólis,
káni o diávolos vóltes,
vázi korítsia stis pórtes,
na me trelenun,
na me trelenun.
Aftí tin óra, ti níchta,
káni o diávolos várdia,
ke ta korítsia ta spróchni,
na me pirázun,
na me pirázun.
Kséri ti thélo,
kséri pos lióno,
kséri, petheno.
Sta kabaré, sta barákia,
échi o diávolos póntus,
gi’ aftó peláti me échi
ki óla ta díno,
óla ta díno.
Kséri ti thélo,
kséri pos lióno,
kséri, petheno.
Kséri ti thélo,
kséri pos lióno,
kséri, petheno.
An se petíchi móno ti níchta,
échi ton trópo na se pedépsi,
me ti matiá tis tha se chaidépsi,
an se petíchi móno ti níchta,
móno ti níchta…
An se petíchi, na tin kitázis,
‘ki pu ponás eki tha patísi,
prin na charáksi tha s’ échi afísi,
an se petíchi móno ti níchta
móno ti níchta…
|