Θα της άρεζα φαίνεται και με είχε πάρει
Για τις ιδέες μου που έχω, τις μπρούσκες
Έτσι με των γλουτών μου (ως είμαι) τις φούσκες
Ζευγάρι.
Μα εγώ πιάστηκα στου έρωτά της την πιάκα
Με τα (έως τα γόνατα κοντά μου) παντζάκια,
Και – αχ- για δαύτη μου, πόσα πίνω φαρμάκια
Τη μπάκα.
Του κάκου μες στ’ άλλα μου της τσέπης τουμλέκια
Είχα εγώ να τα βλέπει σουγιά και σφυρίχτρα,
Η φωνή μου (σαρμόνικα) ηχούσε -η μπήχτρα-
Γυναικεία!
Το λοιπόν; Να, τούτης μου κακώχω της μούρης
Της σπανής να μπορώ να αγαπώ χωρίς γένια,
Και με γάμπες γυμνές να είμαι – μ’ ευγένεια-
Καμπούρης
Ωωω τ’ άνθη τ’ αγκάθια, όλα έρχονται στη φύση
Κι όλα φεύγουν στην ώρα τους. ( Την τύχη τους να ‘χα)
Εγώ τι; Στη ζωή, έχω βιαστεί να ‘ρθω τάχα
Ή αργήσει;
|
Tha tis áreza fenete ke me iche pári
Gia tis idées mu pu écho, tis bruskes
Έtsi me ton glutón mu (os ime) tis fuskes
Zevgári.
Ma egó piástika stu érotá tis tin piáka
Me ta (éos ta gónata kontá mu) pantzákia,
Ke – ach- gia dafti mu, pósa píno farmákia
Ti báka.
Tu káku mes st’ álla mu tis tsépis tumlékia
Icha egó na ta vlépi sugiá ke sfiríchtra,
I foní mu (sarmónika) ichuse -i bíchtra-
Ginekia!
To lipón; Na, tutis mu kakócho tis muris
Tis spanís na boró na agapó chorís génia,
Ke me gábes gimnés na ime – m’ evgénia-
Kaburis
Ooo t’ ánthi t’ agkáthia, óla érchonte sti físi
Ki óla fevgun stin óra tus. ( Tin tíchi tus na ‘cha)
Egó ti; Sti zoí, écho viasti na ‘rtho tácha
Ή argísi;
|