Σαν όνειρο μου φαίνεται αυτή η εποχή
τα χρόνια τα παιδιάστικα κι οι τόσες αναμνήσεις,
μ’ ακόμα μέχρι σήμερα ζει μέσα στην ψυχή
μια θύμιση που μου `δινε ωραίες συγκινήσεις.
Δεξιά ήταν το Σαράι που ο Βεζύρης κατοικούσε,
και ο Καραγκιόζης ζούσε στο φτωχό του το καλύβι,
νηστικός, κουρελιασμένος και ξυπόλητος γυρνούσε,
κι έπρεπε, για να μπει μέσα, την καμπούρα του να σκύβει.
Για να φάνε τα παιδιά του, ο Σκορπιός κι ο Κολλητήρης,
πότε φούρναρης γινόταν ή γιατρός ο κακομοίρης
κι αν ακόμα νοσταλγώ στην πεζή αυτή τη ζήση
Μπάρμπα Γιώργο, Μορφονιό, Χατζηαβάτη, Σιορ Διονύση.
Είναι αλήθεια μια εικόνα που ο χρόνος δεν τη σβήνει,
κι η ανάμνηση σ’ αυτήν πάντα στην καρδιά θα μείνει,
του φτωχού του Καραγκιόζη, του φτωχού του Καραγκιόζη.
|
San óniro mu fenete aftí i epochí
ta chrónia ta pediástika ki i tóses anamnísis,
m’ akóma méchri símera zi mésa stin psichí
mia thímisi pu mu `dine orees sigkinísis.
Deksiá ítan to Sarái pu o Oezíris katikuse,
ke o Karagkiózis zuse sto ftochó tu to kalívi,
nistikós, kureliasménos ke ksipólitos girnuse,
ki éprepe, gia na bi mésa, tin kabura tu na skívi.
Gia na fáne ta pediá tu, o Skorpiós ki o Kollitíris,
póte furnaris ginótan í giatrós o kakomiris
ki an akóma nostalgó stin pezí aftí ti zísi
Bárba Giórgo, Morfonió, Chatziaváti, Sior Dionísi.
Ine alíthia mia ikóna pu o chrónos den ti svíni,
ki i anámnisi s’ aftín pánta stin kardiá tha mini,
tu ftochu tu Karagkiózi, tu ftochu tu Karagkiózi.
|