Καίω τις φωτογραφίες και τα δώρα σου
καίω και της μοναξιάς σου το Χειμώνα σου
σπάω ό,τι σε θυμίζει μες στο σπίτι αυτό
ό, τι πια με βασανίζει όταν σε σκεφτώ.
Δένω κόμπο τα σεντόνια που κοιμήθηκες
και ξεχνώ όλα τα χρόνια που απαρνήθηκες
δένω κόμπο τα σεντόνια που `γιναν θηλιές
και τα καίω σαν χαρτόνια σ’ άλλες αγκαλιές.
Τώρα σβήνω απ’ το μυαλό μου την εικόνα σου
τώρα ξέφυγα απ’ το μάτι του κυκλώνα σου
τίποτα για `σένα πλέον δεν αισθάνομαι
κάνω βήματα μακριά σου κι όλο χάνομαι.
Δένω κόμπο τα σεντόνια που κοιμήθηκες
και ξεχνώ όλα τα χρόνια που απαρνήθηκες
δένω κόμπο τα σεντόνια που `γιναν θηλιές
και τα καίω σαν χαρτόνια σ’ άλλες αγκαλιές.
|
Keo tis fotografíes ke ta dóra su
keo ke tis monaksiás su to Chimóna su
spáo ó,ti se thimízi mes sto spíti aftó
ó, ti pia me vasanízi ótan se skeftó.
Déno kóbo ta sentónia pu kimíthikes
ke ksechnó óla ta chrónia pu aparníthikes
déno kóbo ta sentónia pu `ginan thiliés
ke ta keo san chartónia s’ álles agkaliés.
Tóra svíno ap’ to mialó mu tin ikóna su
tóra kséfiga ap’ to máti tu kiklóna su
típota gia `séna pléon den esthánome
káno vímata makriá su ki ólo chánome.
Déno kóbo ta sentónia pu kimíthikes
ke ksechnó óla ta chrónia pu aparníthikes
déno kóbo ta sentónia pu `ginan thiliés
ke ta keo san chartónia s’ álles agkaliés.
|