Ο Ξένος ήρθε μιαν αυγή
απ’ των παραμυθιών τη γη.
Ποιος είναι
ρωτάνε όλοι κι απορούν
να καταλάβουν δεν μπορούν
Άλλοι τον λέν’ Αυγερινό
άλλοι τον λένε χάροντα
μα εκείνος σαν τον ουρανό
με συντροφιά του τ’ όνειρο
είναι μακριά είναι κοντά
σωπαίνει και δεν απαντά
Σαν πέσει η νύχτα ξεκινά
να βρει γιατάκι στα βουνά
όμως δεν έμαθε κανείς
αν είναι αϊτός ή Διγενής
Ο Ξένος αιώνες ξαγρυπνά
σκοτάδια τριγύρω του πυκνά
στου κόσμου τον ύπνο το βαθύ
μια μέρα και αυτός θα σταυρωθεί
Όλοι σας τον γνωρίσατε
μα δεν τον ξεχωρίσατε
Ήρθε κοντά σας μια φορά
στο δρόμο και στην αγορά
σαν ήλιος και σαν αστραπή
μα κανενός δεν το `χε πει
Μόνο σαν μεταλάβετε
τότε θα καταλάβετε
πως ήταν άγουρο παιδί
και κράταγε στα χέρια του
μαζί με τ’άλλα αστέρια του
του παραδείσου το κλειδί
|
O Ksénos írthe mian avgí
ap’ ton paramithión ti gi.
Pios ine
rotáne óli ki aporun
na katalávun den borun
Άlli ton lén’ Avgerinó
álli ton léne cháronta
ma ekinos san ton uranó
me sintrofiá tu t’ óniro
ine makriá ine kontá
sopeni ke den apantá
San pési i níchta ksekiná
na vri giatáki sta vuná
ómos den émathe kanis
an ine aitós í Digenís
O Ksénos eónes ksagripná
skotádia trigiro tu pikná
stu kósmu ton ípno to vathí
mia méra ke aftós tha stavrothi
Όli sas ton gnorísate
ma den ton ksechorísate
Ήrthe kontá sas mia forá
sto drómo ke stin agorá
san ílios ke san astrapí
ma kanenós den to `che pi
Móno san metalávete
tóte tha katalávete
pos ítan águro pedí
ke krátage sta chéria tu
mazí me t’álla astéria tu
tu paradisu to klidí
|