Ο μαύρος πάνθηρας
Που κρύβεται στον κήπο
Και σου χαλάει το ωραίο σου γκαζόν
Είμαι εγώ
Που είχες πιστέψει ότι λείπω
Μα δυστυχώς για σένα πάλι είμαι παρόν
Με κόλπα φρόντιζες
Να μένω στην απέξω
Για πολύ καιρό
Το φέρσιμό σου πως να αντέξω
Πως να μη γίνω ένα ανήμερο θεριό
Για τους όρκους σου
Τις παγίδες σου
Για τα ψεύτικα φιλιά και χάδια
Θα λογαριαστούμε εμείς οι δυο
Με το φόβο πια
Θα μοιράζεσαι
Το κρεβάτι σου όλα τα βράδια
Δες ο πάνθηράς σου είναι εδώ
Είμαι πάλι εδώ
Έχεις στρωμένο
Ένα πλούσιο τραπέζι
Κι οι καλεσμένοι είναι λίγοι κι εκλεκτοί
Μα με του πάνθηρα
Την πείνα όποιος παίζει
Το φόβο μόνο θα προλάβει να γευτεί
|
O mavros pánthiras
Pu krívete ston kípo
Ke su chalái to oreo su gkazón
Ime egó
Pu iches pistépsi óti lipo
Ma distichós gia séna páli ime parón
Me kólpa fróntizes
Na méno stin apékso
Gia polí keró
To férsimó su pos na antékso
Pos na mi gino éna anímero therió
Gia tus órkus su
Tis pagides su
Gia ta pseftika filiá ke chádia
Tha logariastume emis i dio
Me to fóvo pia
Tha mirázese
To kreváti su óla ta vrádia
Des o pánthirás su ine edó
Ime páli edó
Έchis stroméno
Έna plusio trapézi
Ki i kalesméni ine lígi ki eklekti
Ma me tu pánthira
Tin pina ópios pezi
To fóvo móno tha prolávi na gefti
|