Αχ, δε μου λέτε που ‘ναι αυτός ο ντόκτορ
που γιατρεύει τις πληγές, αμάν ντόκτορ,
που γιατρεύει τις πληγές.
Για να γιάνει αμάν τις δικές μου
που ‘χω σε πολλές μεριές,
αμάν ντόκτορ.
Αμάν, οι πληγές μου μένα είναι μεγάλες
και δεν έχουν γιατρειά, αμάν ντόκτορ,
και δεν έχουν γιατρειά.
Η αγάπη μου με απαρνήθη
έφυγε στα μακριά,
αμάν ντόκτορ.
Αμάν, αμάν ντόκτορ, πες μου τι κάνω,
δεν αισθάνομαι καλά, αμάν ντόκτορ,
δεν αισθάνομαι καλά.
Η αγάπη μου με απαρνήθη
έφυγε στα μακριά,
αμάν ντόκτορ.
|
Ach, de mu léte pu ‘ne aftós o ntóktor
pu giatrevi tis pligés, amán ntóktor,
pu giatrevi tis pligés.
Gia na giáni amán tis dikés mu
pu ‘cho se pollés meriés,
amán ntóktor.
Amán, i pligés mu ména ine megáles
ke den échun giatriá, amán ntóktor,
ke den échun giatriá.
I agápi mu me aparníthi
éfige sta makriá,
amán ntóktor.
Amán, amán ntóktor, pes mu ti káno,
den esthánome kalá, amán ntóktor,
den esthánome kalá.
I agápi mu me aparníthi
éfige sta makriá,
amán ntóktor.
|