Μιαν ανοιξιάτικη βραδιά, φεγγαροφωτισμένη,
σε είδα Φαληριώτισσα, κούκλα μου, στολισμένη,
είχες τα μαύρα σου μαλλιά ανακατατωμένα,
έκαψες όλες τις καρδιές, ετρέλανες και ‘μένα.
Κούκλα μου Φαληριώτισσα, σου λέγω υποφέρω,
για σένα λιώνω, φλίβομαι και είμαι πληγωμένος,
σαν πεταλούδα έμορφη, πετάς και με αφήνεις,
μ’ άλλον χορεύεις και γλεντάς και τα φιλιά σου δίνεις
|
Mian aniksiátiki vradiá, fengarofotisméni,
se ida Faliriótissa, kukla mu, stolisméni,
iches ta mavra su malliá anakatatoména,
ékapses óles tis kardiés, etrélanes ke ‘ména.
Kukla mu Faliriótissa, su légo ipoféro,
gia séna lióno, flívome ke ime pligoménos,
san petaluda émorfi, petás ke me afínis,
m’ állon chorevis ke glentás ke ta filiá su dínis
|