Σ’ είδα σ’ ένα σταθμό
να μιλάς στα παιδιά,
ένα γκρι φορούσες παλτό,
με χαμένη κοιτούσες ματιά.
Σαν γλυκιά μουσική
η ζεστή σου φωνή
έκρυβε το Θεό
μες στο γκρίζο σταθμό.
Ξαφνικά γυρνάς
και μου χαμογελάς,
με ένα αλλιώτικο φως
πλημμυρίζει ο σταθμός.
Ήρθαν τρένα πολλά
μα εγώ έμεινα εκεί
κι άκουγα σιωπηλά
τη γλυκιά μουσική.
Σ’ ένα γκρίζο σταθμό
άρχισε μια ζωή
μ’ ένα χαμόγελο απλό,
μ’ ένα σου βλέμμα ζεστό.
Ήρθαν τρένα πολλά
να με πάρουν μακριά
μα ταξίδευα πια
στη δική σου ματιά.
|
S’ ida s’ éna stathmó
na milás sta pediá,
éna gkri foruses paltó,
me chaméni kituses matiá.
San glikiá musikí
i zestí su foní
ékrive to Theó
mes sto gkrízo stathmó.
Ksafniká girnás
ke mu chamogelás,
me éna alliótiko fos
plimmirízi o stathmós.
Ήrthan tréna pollá
ma egó émina eki
ki ákuga siopilá
ti glikiá musikí.
S’ éna gkrízo stathmó
árchise mia zoí
m’ éna chamógelo apló,
m’ éna su vlémma zestó.
Ήrthan tréna pollá
na me párun makriá
ma taksídeva pia
sti dikí su matiá.
|