Ολαρί α, ολαρά, χιόνι πέφτει από ψηλά
χιόνι πέφτει και σκεπάζει την αυλή μας, το μυαλό μου φτερουγίζει μακριά
χιόνι πέφτει και σκεπάζει τη σκεπή μας και το άρρωστο σκυλί μας ξεψυχά
Ολαρία ολαρά, μαύρο τύμπανο χτυπά
τα παιδιά που αγαπούν τα στρατιωτάκια, τ’ αλογάκια και τα ξύλινα σπαθιά
βρικολάκιασαν σε τούτα τα στιχάκια, έλα μέσα και μίλα πιο σιγά
Ολαρία ολαρά, δάγκωσε με πιο βαθιά
Αχ, ο Όλιβερ Τουίστ χαμογελάει και ο Χίτλερ του χαϊδεύει τα μαλλιά
διαμαντένιο δαχτυλίδι του φοράει και πετούν αγκαλιασμένοι μακριά
Ολαρία ολαρά, με σουραύλια και βιολιά
θα βρεθούμε όλοι μαζί στο πανηγύρι, θα ‘ναι όλη η παλιά μας συντροφιά
και θα πιούμε από το ίδιο το ποτήρι και την πιο πικρή γουλιά
Ολαρία ολαρά, γύρω γύρω τα παιδιά
ο μαρκήσιος Ντε Σαντ μ’ ένα χίπη, ο φονιάς με το θύμα αγκαλιά
ο γραμματέας μαζί με τον αλήτη κι η παρθένα με τον σατανά
Όλα είναι μακρινά κι ευτυχισμένα
και το χιόνι πέφτει από ψηλά
τα ζευγάρια στροβιλίζονται πιο πέρα
κι η κοπέλα μου αστράφτει από χαρά.
|
Olarí a, olará, chióni péfti apó psilá
chióni péfti ke skepázi tin avlí mas, to mialó mu fterugizi makriá
chióni péfti ke skepázi ti skepí mas ke to árrosto skilí mas ksepsichá
Olaría olará, mavro tíbano chtipá
ta pediá pu agapun ta stratiotákia, t’ alogákia ke ta ksílina spathiá
vrikolákiasan se tuta ta stichákia, éla mésa ke míla pio sigá
Olaría olará, dágkose me pio vathiá
Ach, o Όliver Tuíst chamogelái ke o Chítler tu chaidevi ta malliá
diamanténio dachtilídi tu forái ke petun agkaliasméni makriá
Olaría olará, me suravlia ke violiá
tha vrethume óli mazí sto panigiri, tha ‘ne óli i paliá mas sintrofiá
ke tha piume apó to ídio to potíri ke tin pio pikrí guliá
Olaría olará, giro giro ta pediá
o markísios Nte Sant m’ éna chípi, o foniás me to thíma agkaliá
o grammatéas mazí me ton alíti ki i parthéna me ton sataná
Όla ine makriná ki eftichisména
ke to chióni péfti apó psilá
ta zevgária strovilízonte pio péra
ki i kopéla mu astráfti apó chará.
|