Άνθη, άνθη μάζευα, μάζευα για σένα, για σένα
στο βουνό, στο βουνό που τριγυρνούσα, τριγυρνούσα.
Άνθη, άνθη για σένα, για σένα
Χίλια αγκάθια το καθένα
κι όπως τα ‘σφιγγα πονούσα, πονούσα, πονούσα
Να περάσεις καρτερούσα
στο βοριά, στο βοριά τον παγωμένο
και το δώρο μου κρατούσα
στη θερμή την αγκαλιά μου, αγκαλιά μου
Όλο κοίταζα στα μάκρη,
η λαχτάρα στην καρδιά μου, καρδιά μου
και στα μά και στα μάτια μου το δάκρυ, το δάκρυ
Μες στον πόθο μου δεν είδα
μαύρη η Νύχτα να σιμώνει, να σιμώνει, να σιμώνει
κι έκλαψα χωρίς ελπίδα
που δε στα ‘χα, που δε στα ‘χα φέρει μόνη, μόνη
|
Άnthi, ánthi mázeva, mázeva gia séna, gia séna
sto vunó, sto vunó pu trigirnusa, trigirnusa.
Άnthi, ánthi gia séna, gia séna
Chília agkáthia to kathéna
ki ópos ta ‘sfinga ponusa, ponusa, ponusa
Na perásis karterusa
sto voriá, sto voriá ton pagoméno
ke to dóro mu kratusa
sti thermí tin agkaliá mu, agkaliá mu
Όlo kitaza sta mákri,
i lachtára stin kardiá mu, kardiá mu
ke sta má ke sta mátia mu to dákri, to dákri
Mes ston pótho mu den ida
mavri i Níchta na simóni, na simóni, na simóni
ki éklapsa chorís elpída
pu de sta ‘cha, pu de sta ‘cha féri móni, móni
|