Φλύαρος γεροξεκούτης κι αν ωστόσο και εντούτοις
δηλώνω το παρόν, με βάζουν στο καρμπόν,
στο παλιό το σώβρακο μου έγραψα το μέλλον μου και το παρελθόν.
Άγριος, αλαφιασμένος, σε μια χίμαιρα πιασμένος,
στ’ άστρα περπατώ, στα σύννεφα μιλώ,
παίρνω δρόμο και σ’ αφήνω, είμαι περαστικός πως να σε κρίνω.
Δε σταμάτησα κι ίσως ποτέ να μη μάθω το γιατί
εδώ ξεβράστηκα, παιχνίδι στα χεράκια μου που καίει η ζωή.
Άπ’ το χάος μεθυσμένος, ατυχής κι ευτυχισμένος,
ανάβω σαν φωτιά, μου ρίχνουνε νερά,
το σαραβαλάκι μιας ιδέας εγώ πάλι οδηγώ.
Άγριος, αλαφιασμένος, σε μια χίμαιρα πιασμένος,
στ’ άστρα περπατώ, στα σύννεφα μιλώ,
παίρνω δρόμο και σ’ αφήνω, είμαι περαστικός πως να σε κρίνω.
Δεν κουράστηκα κι αν οι φοβίες με τραβάν απ’ το αυτί,
για πέρα τράβηξα με σύντροφο τον άνεμο και μούσα τη βροχή
Δε σταμάτησα κι ίσως ποτέ να μη μάθω το γιατί
εδώ ξεβράστηκα, παιχνίδι στα χεράκια μου που καίει η ζωή.
Φλύαρος γεροξεκούτης…
Φλύαρος γεροξεκούτης…
Φλύαρος γεροξεκούτης.
|
Flíaros geroksekutis ki an ostóso ke entutis
dilóno to parón, me vázun sto karbón,
sto palió to sóvrako mu égrapsa to méllon mu ke to parelthón.
Άgrios, alafiasménos, se mia chímera piasménos,
st’ ástra perpató, sta sínnefa miló,
perno drómo ke s’ afíno, ime perastikós pos na se kríno.
De stamátisa ki ísos poté na mi mátho to giatí
edó ksevrástika, pechnídi sta cherákia mu pu kei i zoí.
Άp’ to cháos methisménos, atichís ki eftichisménos,
anávo san fotiá, mu ríchnune nerá,
to saravaláki mias idéas egó páli odigó.
Άgrios, alafiasménos, se mia chímera piasménos,
st’ ástra perpató, sta sínnefa miló,
perno drómo ke s’ afíno, ime perastikós pos na se kríno.
Den kurástika ki an i fovíes me traván ap’ to aftí,
gia péra tráviksa me síntrofo ton ánemo ke musa ti vrochí
De stamátisa ki ísos poté na mi mátho to giatí
edó ksevrástika, pechnídi sta cherákia mu pu kei i zoí.
Flíaros geroksekutis…
Flíaros geroksekutis…
Flíaros geroksekutis.
|