Όσο μακραίνω απ’ το γκρεμό
Τόσο ο γκρεμός με θέλει
Πέφτω στο κενό
Θάνατο να βρω σαν άγριο μέλι.
Μάτια που δίψασα
Χείλη που πίστεψα
Όλα ξεθώριασαν σε μια βραδιά
Ρίξε το ζάρι σου
Πες το τροπάρι σου
Στις τόσες πλάνες άλλη μια.
Πεσμένο φύλλο μη ρωτάς
Που θα το πάει τ’ αγέρι
Στις κακοκαιριές
Σμίγουν οι καρδιές, δώσ’ μου το χέρι.
Μάτια που δίψασα
Χείλη που πίστεψα
Όλα ξεθώριασαν σε μια βραδιά
Ρίξε το ζάρι σου
Πες το τροπάρι σου
Στις τόσες πλάνες άλλη μια.
|
Όso makreno ap’ to gkremó
Tóso o gkremós me théli
Péfto sto kenó
Thánato na vro san ágrio méli.
Mátia pu dípsasa
Chili pu pístepsa
Όla ksethóriasan se mia vradiá
Ríkse to zári su
Pes to tropári su
Stis tóses plánes álli mia.
Pesméno fíllo mi rotás
Pu tha to pái t’ agéri
Stis kakokeriés
Smígun i kardiés, dós’ mu to chéri.
Mátia pu dípsasa
Chili pu pístepsa
Όla ksethóriasan se mia vradiá
Ríkse to zári su
Pes to tropári su
Stis tóses plánes álli mia.
|