Όταν γυρνώ στο σπίτι μου
εικόνες με κοιτάζουν,
ανάβω το καντήλι μου
κι όλες με σένα μοιάζουν
Την ώρα αυτή που σκέφτομαι,
που να ’σαι κι αν φοβάσαι,
στον τοίχο ανάβει μια σκιά,
και δίπλα μου κοιμάσαι
Είσαι παντού και πουθενά
στα αστέρια, στο φεγγάρι,
στην γη αυτή που περπατώ,
κάτω απ’ το μαξιλάρι.
Την ώρα αυτή που χάνομαι
κι ο ύπνος με τυλίγει
είσαι καράβι πιάνομαι
προτού η νύχτα φύγει
Είσαι παντού και πουθενά
στα αστέρια, στο φεγγάρι,
στην γη αυτή που περπατώ,
κάτω απ’ το μαξιλάρι.
Όταν γυρνώ στο σπίτι μου
εικόνες με κοιτάζουν,
ανάβω το καντήλι μου
κι όλες με σένα μοιάζουν
Όταν γυρνώ στο σπίτι μου
|
Όtan girnó sto spíti mu
ikónes me kitázun,
anávo to kantíli mu
ki óles me séna miázun
Tin óra aftí pu skéftome,
pu na ’se ki an fováse,
ston ticho anávi mia skiá,
ke dípla mu kimáse
Ise pantu ke puthená
sta astéria, sto fengári,
stin gi aftí pu perpató,
káto ap’ to maksilári.
Tin óra aftí pu chánome
ki o ípnos me tilígi
ise karávi piánome
protu i níchta fígi
Ise pantu ke puthená
sta astéria, sto fengári,
stin gi aftí pu perpató,
káto ap’ to maksilári.
Όtan girnó sto spíti mu
ikónes me kitázun,
anávo to kantíli mu
ki óles me séna miázun
Όtan girnó sto spíti mu
|