Τόσα χρόνια στο συναίσθημα πιστεύω
και δε με κουνάει κανείς.
Το κενό, με μια ιδέα το ημερεύω,
πως θα έρθεις για να μείνεις κι ας αργείς.
Κι αν οι μέρες φεύγουν βιαστικές
κι οι νύχτες σβήνουνε κι αυτές
σε μια απάνθρωπη σιγή
η μουσική μου είσαι εσύ·
σε ψάχνω μες στο πουθενά
και με μεθάει η μοναξιά.
Μοιάζει η ζωή μας δυο λεπτά,
ας μην την πάμε χωριστά.
Ή εσύ, ή άλλος κανένας·
δεν υπάρχει επιστροφή.
Όλοι οι δρόμοι είναι ένας
κι είναι να ‘μαστε μαζί.
Μες στης νύχτας μου το ψέμα
να ‘σαι κάτι ιερό,
σα λουλούδι από αίμα,
σα δικό μου φυλαχτό.
Είμαστε παράξενα δεμένοι,
γνώριμοι και ξένοι,
σ’ έναν φόβο πουλημένοι
και οι δυο.
Είμαστε δεμένοι.
Με ένα νεύμα σα φωτάκι αναμμένο,
την παλιά μου αυταπάτη συντηρείς·
με κρατάς, χωρίς σκοινιά, καλά δεμένο
και χωρίς ούτ’ ένα ίχνος ενοχής.
|
Tósa chrónia sto sinesthima pistevo
ke de me kunái kanis.
To kenó, me mia idéa to imerevo,
pos tha érthis gia na minis ki as argis.
Ki an i méres fevgun viastikés
ki i níchtes svínune ki aftés
se mia apánthropi sigí
i musikí mu ise esí·
se psáchno mes sto puthená
ke me methái i monaksiá.
Miázi i zoí mas dio leptá,
as min tin páme choristá.
Ή esí, í állos kanénas·
den ipárchi epistrofí.
Όli i drómi ine énas
ki ine na ‘maste mazí.
Mes stis níchtas mu to pséma
na ‘se káti ieró,
sa luludi apó ema,
sa dikó mu filachtó.
Imaste paráksena deméni,
gnórimi ke kséni,
s’ énan fóvo puliméni
ke i dio.
Imaste deméni.
Me éna nevma sa fotáki anamméno,
tin paliá mu aftapáti sintiris·
me kratás, chorís skiniá, kalá deméno
ke chorís ut’ éna íchnos enochís.
|