Παράθυρα που κούρασε η θέα
και δεν μπορούν ν’ αλλάξουν περιβάλλον,
στη Νίκαια, στο Μετς, στην Καλλιθέα,
παράθυρα που κούρασε η θέα.
Τα κτίζουν ένα ένα τα καημένα,
στων τοίχων τα πλευρά και των μετάλλων,
άνθρωποι σαν εσένα, σαν εμένα,
τα κτίζουν ένα ένα τα καημένα.
Τραγούδι μου που τόσοι κατοικούνε
γιατί αρχίζεις έτσι, λυπημένα,
ποιος, τάχα, να σε χρέωσε σ’ εμένα,
και πίσω από την πλάτη μου γελούνε
ένοικοι, εργολάβοι, θυρωροί.
Οι ένοικοι κρεμάνε τις κουρτίνες
να κρύψουν, τι στ’ αλήθεια κι από ποιονε,
όλοι το ίδιο γδύνονται και τρώνε
και χάνονται στου καναπέ τις δίνες.
Παράθυρα που κούρασε η θέα
και δεν μπορούν ν’ αλλάξουν περιβάλλον,
στη Νίκαια, στο Μετς, στην Καλλιθέα,
παράθυρα που κούρασε η θέα.
Τραγούδι μου που τόσοι κατοικούνε
γιατί αρχίζεις έτσι, λυπημένα,
ποιος, τάχα, να σε χρέωσε σ’ εμένα,
και πίσω από την πλάτη μου γελούνε
ένοικοι, εργολάβοι, θυρωροί.
Τραγούδι μου που τόσοι κατοικούνε
γιατί να τελειώνεις λυπημένα,
ποιος, τάχα, να σε χρέωσε σ’ εμένα,
και πίσω από την πλάτη μου γελούνε
ένοικοι, εργολάβοι, θυρωροί.
|
Paráthira pu kurase i théa
ke den borun n’ alláksun perivállon,
sti Níkea, sto Mets, stin Kallithéa,
paráthira pu kurase i théa.
Ta ktízun éna éna ta kaiména,
ston tichon ta plevrá ke ton metállon,
ánthropi san eséna, san eména,
ta ktízun éna éna ta kaiména.
Tragudi mu pu tósi katikune
giatí archízis étsi, lipiména,
pios, tácha, na se chréose s’ eména,
ke píso apó tin pláti mu gelune
éniki, ergolávi, thirori.
I éniki kremáne tis kurtínes
na krípsun, ti st’ alíthia ki apó pione,
óli to ídio gdínonte ke tróne
ke chánonte stu kanapé tis dínes.
Paráthira pu kurase i théa
ke den borun n’ alláksun perivállon,
sti Níkea, sto Mets, stin Kallithéa,
paráthira pu kurase i théa.
Tragudi mu pu tósi katikune
giatí archízis étsi, lipiména,
pios, tácha, na se chréose s’ eména,
ke píso apó tin pláti mu gelune
éniki, ergolávi, thirori.
Tragudi mu pu tósi katikune
giatí na teliónis lipiména,
pios, tácha, na se chréose s’ eména,
ke píso apó tin pláti mu gelune
éniki, ergolávi, thirori.
|