Πέρασαν φίλοι και μου είπαν πως υπάρχεις,
όμως, μαζί μ’ αυτούς περνάγανε τα χρόνια,
χρόνια τσιμέντο, παγωμένο σαν χειμώνας,
χρόνια παράξενα που τα θυμάμαι ακόμα.
Τώρα, στο σπίτι μου, φωνές που τραγουδάνε
τραγούδια ψεύτικα σε μουσικές χαμένες,
μέσα στα όνειρα που έσβησε ο χρόνος
αυτός ο ίδιος που παρέσυρε κι εμένα.
Πάρε ψυχούλα μου φωτιά,
στο διάβα σου να ξέρεις
δεν είν’ ο κόσμος μια γραμμή
στα ίσα να τον φέρεις.
Πέρασαν φίλοι που χαθήκαν σε μια νύχτα
και μου `παν λόγια που τα πήρε το σκοτάδι,
μα ήρθαν μέρες φωτεινές που δεν τις είχα
με την ελπίδα ζωντανή και πιο μεγάλη.
Τώρα, στο σπίτι μου αυτοί που θα σιμώσουν,
μόνο φωνές από παιδιά μπορούν ν’ ακούνε
κι όποιος θα μάθει την αγάπη ν’ αγκαλιάζει,
ίσως κι οι άλλοι μάθουν να τον αγαπούνε.
Πάρε ψυχούλα μου φωτιά,
στο διάβα σου να ξέρεις
δεν είν’ ο κόσμος μια γραμμή
στα ίσα να τον φέρεις.
|
Pérasan fíli ke mu ipan pos ipárchis,
ómos, mazí m’ aftus pernágane ta chrónia,
chrónia tsiménto, pagoméno san chimónas,
chrónia paráksena pu ta thimáme akóma.
Tóra, sto spíti mu, fonés pu tragudáne
tragudia pseftika se musikés chaménes,
mésa sta ónira pu ésvise o chrónos
aftós o ídios pu parésire ki eména.
Páre psichula mu fotiá,
sto diáva su na kséris
den in’ o kósmos mia grammí
sta ísa na ton féris.
Pérasan fíli pu chathíkan se mia níchta
ke mu `pan lógia pu ta píre to skotádi,
ma írthan méres fotinés pu den tis icha
me tin elpída zontaní ke pio megáli.
Tóra, sto spíti mu afti pu tha simósun,
móno fonés apó pediá borun n’ akune
ki ópios tha máthi tin agápi n’ agkaliázi,
ísos ki i álli máthun na ton agapune.
Páre psichula mu fotiá,
sto diáva su na kséris
den in’ o kósmos mia grammí
sta ísa na ton féris.
|